Τετάρτη 18 Ιανουαρίου 2012

Χειροτεχνία και Νεοελληνική Λαϊκή Τέχνη.


Η λαϊκή τέχνη είναι η γνήσια, πηγαία δημιουργία κάθε λαού, που εκφράζει την ιδιαίτερη νοοτροπία του, την ιδιοσυγκρασία του, τη ζωτικότητα και πνευματικότητά του, την καλλιτεχνική, μα και κοινωνική συνείδησή του. Μέσα από αυτήν οι λαοί έχουν πολλές φορές διηγηθεί τους πόθους, τους καημούς τους, το πιστεύω τους, την πορεία της εξέλιξής τους ανάμεσα από τους αιώνες. Είναι η λαϊκή τέχνη, η πρώτη μορφή τέχνης και η πιο πλούσια, γνήσια, ειλικρινής.
Τις ρίζες της λαϊκής τέχνης πρέπει να ψάξουμε να τις βρούμε στα παμπάλαια χρόνια, στους πρωτόγονους ακόμα ανθρώπους, που, τουλάχιστον προς τη ζωγραφική, είχαν αρκετή ανάπτυξη. Βέβαια η ζωγραφική τους (ήταν μάλλον χαρακτική) δε συγκρίνεται με τη σημερινή, από την άποψη ότι ήταν πολύ ατελής. Μέσα στις σπηλιές, που κάποτε ζούσαν αυτοί οι πρόγονοί μας, βρέθηκαν απεικονίσεις ζώων, ανθρώπων, δέντρων κλπ. Από τότε ως σήμερα ο λαϊκός τεχνίτης δεν έπαψε σε όλα τα επίπεδα, να δημιουργεί. Μόνο στις μέρες μας, που η τεχνική, ηαυτοματοποίηση, και η διαβίωση στις πόλεις άλλαξε τον τρόπο της ζωής, η λαϊκή τέχνη τείνει να εκλείψει. Οι μηχανές έχουν αντικαταστήσει στα περισσότερα πράγματα την ανθρώπινη δημιουργία. Απομιμήσεις έργων λαϊκής τέχνης κυκλοφορούν σε όλον τον κόσμο, σε πλατιά κλίματα και στολίζουν κάθε γωνιά.

Την ελληνική λαϊκή τέχνη, χρειάζεται να τη δούμε, όχι ξεκομμένα, από τις κοινωνικές, φυλετικές και λοιπές επιδράσεις τις οποίες υπέστη ο ελληνικός λαός.
Διακρίνεται για τον τοπικιστικό χαρακτήρα της, και για τις ιδιομορφίες και τα βιώματα των κατοίκων κάθε τόπου. Όμως παρ' όλα αυτά μέσα από τους αιώνες, το ελληνικό στοιχείο ξεχωρίζει, το κοινό για ολόκληρο το ελληνικό έθνος, που δε χάνεται ακόμα κι όταν είναι αναμεμιγμένο, (και είναι) με πολλά στοιχεία από την τέχνη άλλων λαών και πιότερο αυτών που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ιστορική εξέλιξη της χώρας μας, όπως οι Βενετοί, οι Τούρκοι, οι ανατολικοί λαοί κ.ά.
Γενικό και κύριο χαρακτηριστικό της Ελληνικής λαϊκής τέχνης είναι η απλότητα, η σχηματοποίηση του θέματος που θίγει, η αυστηρότητα της γραμμής και όχι σπάνια η έκφραση η αφηρημένη, η γεωμετρική έκφραση. Έτσι λοιπόν ίσως περισσότερο από ότι σε όλους τους άλλους λαούς, στη λαϊκή μας τέχνη προέχουν τα γεωμετρικά σχήματα, τα τρίγωνα, τετράγωνα, ρόμβοι, μαίανδροι, σταυροί, ζιγκζαγκ κ.ά.
Η καταγωγή αυτού του στιλ κρατά ακόμα από την αρχαιότητα. Με τον καιρό ο γεωμετρικός χαρακτήρας περιπλέκεται με άλλες καλλιτεχνικές νοοτροπίες, που οφείλονται στις υπάρχουσες κλιματολογικές, φυλετικές, ιστορικές, κοινωνικές συνθήκες.
Η λαϊκή τέχνη διακρίνεται από το ότι είναι συνήθως ανώνυμη, δηλ. δεν αναγνωρίστηκε και δεν προσδιορίστηκε σαν δημιουργία ενός συγκεκριμένου καλλιτέχνη, που η δουλειά του είναι η τέχνη, αλλά σαν τέχνη ολόκληρου του ανώνυμου πλήθους, που ασχολείται με αυτήν, επειδή νιώθει την ανάγκη να εκφραστεί μέσα από την ομορφιά και την αρμονία, είτε αυτή είναι ποίηση, λογοτεχνία, μουσική, είτε χειροτεχνία. Βέβαια υπήρχαν μέσα στον λαό, ξακουστοί μάστορες της καλλιτεχνικής δημιουργίας, που απέσπασαν τη γενική εκτίμηση, αλλά αυτοί ήταν κάθε φορά οι μεγάλοι αυτοδίδαχτοι και οι μεγάλοι δάσκαλοι των νεότερων γενιών. Από τον ένα στον άλλο, από τη μάνα στην κόρη, από τον πατέρα στο γιο, από το μάστορα στον παραγιό μεταδίδονταν τα μυστικά της τέχνης και πλουτίζονταν με τις καινούργιες αντιλήψεις κάθε γενιάς. Τα στοιχεία, που έχουμε για τη λαϊκή μας τέχνη, είναι κυρίως από την εποχή της Τουρκοκρατίας και δώθε.
Την ελληνική λαϊκή τέχνη μπορούμε να τη χωρίσουμε σε δυο μεγάλους τομείς. Τη χειροτεχνία, (μέσα στην οποία περιέχεται η υφαντική, η κεραμική, η μεταλλουργική, η αργυροχοΐα, χρυσοχοΐα) και την αρχιτεκτονική.
Χειροτεχνία
Η χειροτεχνία είναι η βάση της λαϊκής τέχνης και έχει να παρουσιάσει πραγματικούς θησαυρούς σε όλους τους επί μέρους τομείς της. Έχουμε χειροτεχνία τριών ειδών:
§  Την οικιακή. Έτσι λέγεται η χειροτεχνία που γινόταν στο σπίτι από ένα ή πολλά μέλη της οικογένειας με σκοπό την ατομική χρήση του δημιουργήματος και τη διακόσμηση του σπιτιού
§  την επαγγελματική, που επίσης γινόταν στο σπίτι, αλλά με σκοπό την πώληση και
§  την εργαστηριακή (βιοτεχνική) που γίνεται σε ειδικά εργαστήρια ή από ένα από περισσότερους τεχνίτες.
Χρονολογικά προηγείται βέβαια από όλες η οικιακή. Με τον καιρό, οι καλοί τεχνίτες και τεχνίτριες αρχίζουν να δημιουργούν για τους πλούσιους άρχοντες.
Παίρνουν δουλειά στο σπίτι ή αργότερα πηγαίνουν στο εργαστήρι. Εκτός όμως από την τέχνη που αναπτύσσεται σε ένα ορισμένο τόπο, υπάρχει και η χειροτεχνία, που η τεχνοτροπία της έρχεται από αλλού, από ένα μακρύτερο χωριό πόλη η περιοχή.
Αυτό γίνεται μέσω μαστόρων που πλανώνται από το ένα μέρος στο άλλο και για να ζήσουν εξασκούν το επάγγελμα του λαϊκού καλλιτέχνη, του ράφτη, του κεντητή του μπισιμιτζή, του καποτά, του ανυφαντή και της ανυφάντρας, του γουναρά, του τουφεξή, του ασημιτζή, του γανωτή , του μαρμαρά, του αγγειοπλάστη, του τσαρουχά κ.ά.
Η λαϊκή τέχνη δεν αναπτύχθηκε το ίδιο σε όλες τις περιοχές της Ελλάδας. Αλλού, όπου η οικονομική ανάπτυξη ήταν πιο μεγάλη, η χειροτεχνία και γενικότερα η λαϊκή τέχνη, γνώρισε σπουδαία άνθιση ενώ εκεί που η καταπίεση από τον κατακτητή και η φτώχεια ήταν μεγαλύτερη, έχουμε και φτωχή, πολύ πιο απλή και συντηρητική τέχνη.
Το πρώτο και καλύτερο κέντρο λαϊκής τέχνης, και ιδίως χειροτεχνίας, ήταν τα Γιάννενα, στα οποία συγκεντρώνονταν όλες οι τέχνες. Σε τούτο συνετέλεσε, το ανεπτυγμένο εμπόριο, η πολιτιστική πολιτική του Αλή Πασά, οι σχέσεις της πόλης με τα Επτάνησα και τη Μικρά Ασία και, τέλος το ιδιαίτερα εξελιγμένο ένστικτο ομορφιάς και διακόσμησης, των Ηπειρωτών. Ιδιαίτερα όμως εδώ αναπτύχθηκε, το κέντημα, η χρυσοχοΐα, η υφαντική. Και άλλα πολλά λαϊκής τέχνης κέντρα υπήρχαν στη Βόρεια και κεντρική Ελλάδα. Το Πήλιο, τα Αμπελάκια (ξακουστά για τα βαφτά βαμβακερά νήματα και υφάσματα). Το Τούρνοβο (ξυλογλυπτική) η Καστοριά (γούνες), το Μέτσοβο (υφαντά και χρυσοχοΐα), η Θεσσαλονίκη (φημισμένη για τα μεταλλουργικά έργα τέχνης και τα εκκλησιαστικά ενδύματα) η Τσαρίτσανη και η Νιγρίτα (καταπληκτικοί αλατζάδες).
Μικρή ανάπτυξη είχε η χειροτεχνίά στην Πελοπόννησο αξιόλογη και πολύ ενδιαφέρουσα, και ιδιόμορφη είναι η χειροτεχνία των νησιών, που περισσότερο αναπτύσσεται στους κλάδους της υφαντουργίας, του κεντήματος της δαντέλας και της στάμπας. Η Κύπρος, η Κρήτη, η Μήλος, η Σάμος φημίζονται για τις ωραίες δαντέλες τους, και η Κύπρος για τις χρυσές κλωστές της και τα χρυσοκέντητα υφάσματα. Μια ιδιαίτερα μεγάλη κλίση είχαν οι κάτοικοι των νήσων προς την αγγειοπλαστική, περίφημα δείγματα της οποίας κυκλοφορούν παντού. Εργαστήρια ξακουστά, γι' αυτό το είδος τέχνης υπήρχαν στη Ρόδο, τη Σάμο, τη Σίφνο, την Πάτμο, Σκόπελο, Αίγινα, Κέρκυρα. Εξαιρετικά ήταν τα νομισματοποιεία της Κωνσταντινούπολης, που έβγαζαν τα επίχρυσα φλωριά που χρησιμοποιούνταν για διακόσμηση του κεφαλιού και του στήθους, καθώς και της ενδυμασίας των γυναικών. Η χειροτεχνία, αρκετά άνθισε και στις Ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας.
Μικρότερα, μα αξιόλογα κέντρα χειροτεχνίας, ήταν τα περισσότερα μοναστήρια της χώρας μας με πρώτα από όλα του Αγίου Όρους.
Υφαντική-κέντημα
Ίσως το πιο σημαντικό μέρος στη χειροτεχνία μας καταλαμβάνει η υφαντική τέχνη, που εξασκείτε από τις γυναίκες περισσότερο, μα κι από τους άνδρες τους (ανυφαντάδες). Στα παλαιότερα χρόνια δεν υπήρχε στο χωριό ούτε ένα σπίτι που να μην είχε τον αργαλειό του, για την ύφανση και επίσης δεν υπήρχε ούτε μια γυναίκα που να μην ξέρει να υφαίνει. Αλλά όχι μόνο να υφαίνει, για να καλύπτει τις ανάγκες σε ρουχισμό, μα να υφαίνει και με γούστο, με φαντασία, με μεράκι, με καλλιτεχνία.
Κάθε τι που υπήρχε στο σπίτι πάνινο, ήταν υφαντό. Οι κουβέρτες, τα σεντόνια, τα τραπεζομάντηλα, τα φορέματα, οι ποδιές, οι πετσέτες, τα πουκάμισα κ.ά.
Πριν μπουν οι κλωστές στον αργαλειό, περνούσαν από μια επεξεργασία το μαλλί μέχρις ότου γίνει λεπτό, μαλακό, έτσι όπως χρειάζεται για να γίνει το υφαντό όμορφο. Σπάνια τα υφαντά, για οπουδήποτε και αν αυτά προορίζονταν, ήταν σκέτα, χωρίς κέντημα δηλαδή. Τις πιο πολλές φορές, είτε στα άκρα τους, είτε και ολόκληρο το κομμάτι το ύφασμα σκεπαζόταν, από ωραία, απλά και σε φωτεινά χρώματα κεντίδια, που μπορούσαν να γίνονται ή κατευθείαν στον αργαλειό, ή κεντητά με το χέρι, ή τέλος και τυπωμένα με στάμπες. Τα κεντίδια παρίσταναν ή γεωμετρικά σχήματα, ή ζώα, φύλλα, πουλιά, λουλούδια κ.ά. ανάλογα με την κάθε περιφέρεια. Οι στάμπες γίνονταν σε ειδικά εργαστήρια που υπήρχαν παντού, ιδίως όμως στην Κύπρο, τον Τύρναβο, την Θεσσαλονίκη και την Κωνσταντινούπολη. Δύσκολη δουλειά, ήταν το κέντημα με το χέρι πάνω στο ύφασμα, κύρια σε αυτά που χρησίμευαν για τις ενδυμασίες, τις γυναικείες και τις αντρικές. Τα κεντήματα γίνονταν με χρωματιστές μεταξένιες κλωστές ή με χρυσοκλωστές και ασημοκλωστές.
Πρέπει να πούμε ότι οι ελληνικές φορεσιές είναι από τις πιο όμορφες και πλούσιες σε όλο τον κόσμο και παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλομορφία από τόπο σε τόπο. Οι φορεσιές των γυναικών του Βορρά και των νησιών π.χ. είναι πλουσιότερες από ότι του νότου (της Πελοποννήσου). Και επίσης οι αντρικές φορεσιές είναι φτωχότερες και πιο απλές από χρυσοκέντητα γιλέκα και πουκαμίσες ενώ των νησιωτών οι βράκες ήταν, ως επί το πλείστον, σκούρες και σκέτες.
Τα κεντήματα τα ελληνικά είναι φημισμένα όχι μόνο στη χώρα μας μα και στο εξωτερικό. Και τα χωρίζουμε, όπως είπαμε, σε αυτά που στολίζουν τις φορεσιές και σε εκείνα που στολίζουν τα σπίτια (κουρτίνες, τραπεζομάντηλα, κεφαλάρια, σεντόνια, μαχραμάδες κ.ά.).
Τα υφάσματα πάνω στα οποία γίνονται τα κεντήματα είναι, λινά βαμβακερά και μεταξωτά.
Κεραμική
Ένας από τους περισσότερο αξιόλογους τομείς της χειροτεχνίας μας είναι η κεραμική. Στη χώρα μας, όπως πιστεύεται, ο πρώτος που ασχολήθηκε με την κεραμική είναι ο Θαλής. Θεωρείται η τέχνη αυτή καθ' εαυτό γυναικεία, αλλά στην πορεία διακρίθηκαν και πολλοί άντρες σαν περίφημοι αγγειοπλάστες. Στα εργαστήρια τ' αγγειοπλαστικά εργάζονταν πιο πολύ άντρες, ενώ σήμερα δεν είναι λίγες οι γυναίκες που ασχολούνται με την αγγειοπλαστική.
Όπως και αρκετές άλλες τέχνες, η κεραμική χρησίμευε σε δυο πράγματα. Πρώτον στην οικιακή χρήση (τσουκάλια, κανάτες, σταμνιά, πιάτα, ποτήρια κ.ά.) και ύστερα στη διακοσμητική (διακοσμητικά πλακίδια για τα τζάκια, βάζα, φρουτιέρες, κηροπήγια κλπ.). Μεγάλη αγγειοπλαστική παράδοση έχουν τα νησιά μας, ιδίως η Αίγινα, Σκύρος, Σίφνος, Σκόπελος, Σάμος, Μυτιλήνη, Χίος, Κρήτη, Κέρκυρα κ.ά.
Εκείνα τα αγγεία που χρησιμοποιούνται για την καθημερινή χρήση γίνονται από απλό, κοινό, κοκκινόχωμα και ασπρόχωμα. Τα σχήματά τους είναι απλά, σεμνά και στερεότυπα.
Τα διακοσμητικά αγγεία μπορούν να διαφέρουν ως προς το υλικό από το οποίο φτιάχνονται, εκείνο όμως που τα χαρακτηρίζει είναι η λεπτότητα, η ζωγραφιά, τα ωραία χρώματα και η ιδιορρυθμία στην εκτέλεση. Στα διακοσμητικά αγγεία διακρίνουμε τρεις τύπους γνωστούς. Τα φαγεντιανά, αυτά που έχουν μικρασιατική καταγωγή (της "Κιουταχείας" όπως λέγονται) και τα πήλινα.
Σήμερα στην Ελλάδα λειτουργούν πάρα πολλά εργαστήρια λαϊκής αγγειοπλαστικής καθώς και εκθέσεις.
Αργυροχοΐα - χρυσοχοΐα
Η τέχνη του αργυροποιού και του χρυσοποιού είναι από τις πιο παραδοσιακές και δύσκολες και περισσότερο αναπτύχθηκε στη χώρα μας από την άλωση της Κωνσταντινούπολης και μετά. Πιο πολύ άκμασε στους Καλαρρύτες της Ηπείρου. Άλλα κέντρα είναι, το Μέτσοβο, η Κόνιτσα, η Λάρισα, ο Τύρναβος, η Θεσσαλονίκη, οι Σέρρες κ.ά. Μάλιστα η φήμη ορισμένων από τα εργαστήρια έφτανε και στις άλλες χώρες των Βαλκανίων στις οποίες γινόταν και εξαγωγή.
Οι τεχνίτες της αργυροποιίας και της χρυσοποιίας είχαν την ικανότητα να επεξεργάζονται με αφάνταστη λεπτότητα και προσοχή το ασήμι και το χρυσό, από τα οποία κατασκεύαζαν αξιοθαύμαστα έργα, κοσμήματα, διακοσμητικά εξαρτήματα, μέσα σε σπίτια και εκκλησίες ή πάνω σε αντικείμενα αξίας, όπως σπαθιά, ευαγγέλια. Υπήρχαν διάφοροι τρόποι κατεργασίας του μετάλλου. Ή με το καλέμι χαραζόταν η παράσταση πάνω σε αυτό ή με το χτύπημα (φούσκωμα) που γινόταν ενώ το μέταλλο θερμαινόταν και ήταν σχετικά ελαστικό.
Εκτός από το χρυσό και το ασήμι, αρκετά διαδεδομένη είναι και η τέχνη της κατεργασίας των άλλων μετάλλων: του χαλκού, του μπρούντζου, του μολυβιού, από τα οποία κατασκευάζουν διάφορα είδη οικιακής χρήσης και διακοσμητικής, όπως ταψιά, κατσαρόλες, θυμιατά, κηροπήγια κ.ά.
Ξυλουργική και ξυλογλυπτική
Κυρίως έχουμε υπόψη μας όταν λέμε ξυλουργική και ξυλογλυπτική τέχνη, την επιπλοποιία χωρίς βέβαια να παραγνωρίζεται και ο θησαυρός που υπάρχει από ξύλινα κοσμήματα και άλλα διακοσμητικά μπιμπελό, που στην εποχή μας έχουν αρκετή πέραση, καθώς και είδη οικιακής χρήσης. Το ενδιαφέρον που παρουσιάζει η ξυλουργική, και ιδίως η ξυλογλυπτική τέχνη, στρέφεται περισσότερο προς μια κατεύθυνση, αυτή που σχετίζεται με το λεπτό και δύσκολο σκάλισμα του ξύλου.
Ως σε μας έχουν φτάσει (επειδή το ξύλο δε διατηρείται πολύ εύκολα) κυρίως έπιπλα, τραπέζια, σεντούκια, ράφια, ντουλάπες, κρεβάτια, άμβωνες, μανουάλια, που είναι υπέρ αρκετά για να μας δώσουν μια πλήρη εικόνα της περίφημης τέχνης του ξυλογλύπτη. Η ξυλογλυπτική πήρε μεγάλη ανάπτυξη στην Ελλάδα και έργα της συναντάμε σε όλες σχεδόν τις περιοχές της, που η κάθε μια φέρνει τη δική της ιδιόρρυθμη σφραγίδα. Έτσι λοιπόν έχουμε διαφορετικό εσωτερικό ξύλινο διάκοσμο στη Μακεδονία, την Ήπειρο, τη Θεσσαλία, άλλον στα νησιά και επίσης άλλον στην Πελοπόννησο.
Αρχιτεκτονική
Η σοβαρή και προσεχτική μελέτη της λαϊκής αρχιτεκτονικής στη χώρα μας, (παρ' όλο που αυτή δε γίνεται τόσο συστηματικά όσο θάπρεπε) οδηγεί στα συμπεράσματα πως η ελληνική αρχιτεκτονική έχει πολλά στοιχεία της αρχαίας αρχιτεκτονικής και είναι συνέχεια της βυζαντινής.
Δημιουργήθηκαν δυο τύποι σπιτιών. Ο βόρειος, (ο ελλαδικός) και ο νότιος (ο νησιώτικος) που λέγεται και αιγαιοπελαγίτικος. Και στον ένα και στον άλλο τύπο παρουσιάζονται, εσωτερικά αρκετές ιδιομορφίες, η βασικότερη των οποίων είναι η διαφορά ανάμεσα στα φτωχόσπιτα και τα πλουσιόσπιτα, που και τα δυο γίνονται στη βάση των χωριάτικων σπιτιών.
Ο περισσότερο αντιπροσωπευτικός τύπος για την Ελλάδα είναι ο νησιώτικος, που συγκεντρώνει το ενδιαφέρον της αρχιτεκτονικής επιστήμης σε παγκόσμια κλίμακα και που είναι τόσο δεμένος με τις κλιματολογικές και κοινωνικές συνθήκες των νησιών μας. Εκείνο που κάνει την αρχιτεκτονική των νησιών να διακρίνεται είναι η απλότητά της που συνδυάζεται πολύ αρμονικά με την όλη απλότητα του τοπίου, η κομψότητα και ο καλλιτεχνικός οίστρος που τη χαρακτηρίζει και η φωτεινότητα με το γαλάζιο της θάλασσας και τη ζωή, τη λάμψη του ήλιου.
Τα αιγαιοπελαγίτικα σπίτια, αποτελούνται από έναν μεγάλο κυρίως χώρο (δωμάτιο), γύρω στο οποίο κτίζονται μικρότεροι. Στο εσωτερικό τους είναι απλά και εξωτερικά τα περισσότερα έχουν αυλίτσα. Το κύριο χαρακτηριστικό τους είναι το άσπρο τους χρώμα, που δεσπόζει γενικά στα πιο πολλά νησιά. Τα πλουσιότερα σπίτια είναι μεγαλύτερα, συχνά διώροφα με εξαίρετο εσωτερικό στολισμό.
Από τα βόρεια σπίτια έχουν ενδιαφέρον περισσότερο τα παλιά αρχοντικά. Αυτά ήταν διώροφα, τριώροφα και καμιά φορά τετραόροφα. Οι δυο πρώτοι όροφοι δεν ξεχώριζαν για τίποτα ιδιαίτερο. Ολόκληρη η ομορφιά του σπιτιού μαζευόταν στον τελευταίο όροφο, που προεξείχε με μπαλκόνια από το υπόλοιπο κτίριο, ήταν ξύλινος, με κεντήματα και ζωγραφιές, βεράντες και λουλούδια, διπλά παράθυρα (φεγγίτες) κλπ. Ο όροφος αυτός ήταν στο σαλόνι, κατά κάποιον τρόπο, και έμεναν σε αυτόν μόνο το καλοκαίρι για περισσότερη δροσιά ή φιλοξενούσαν τους επισκέπτες. Εσωτερικά είχε πολλές ανέσεις, κρεββάτες, καναπέδες, στρωσίδια μαξιλάρια κ.α. και ήταν πλούσια στολισμένος με έργα λαϊκής τέχνης, κτίζονταν στις πλούσιες περιοχές της Θεσσαλίας, του Πηλίου, της Μακεδονίας κ.ά. Τα πιο παλιά ελληνικά σπίτια που σώζονται ως τις μέρες μας είναι από το 17ο αιώνα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...